Η ανακοίνωση του Υπουργείου Παιδείας για μείωση της ύλης στα θετικά μαθήματα προκάλεσε περίεργες αντιδράσεις. Και κάποιες από αυτές πολύ περίεργες.
Ας αρχίσουμε όμως με την παρατήρηση του φυσικού Μιχάλη Πετρόπουλου:
" Οι μαθητές διεκδικούν την είσοδό τους στις Πολυτεχνικές Σχολές, στις Σχολές Υγείας και στις Στρατιωτικές και έχουν μία επιφανειακότατη επαφή με παρωχημένα αντικείμενα... ...Είναι, όμως, ξεφτέρια στη παπαγαλία…
Κα υπουργέ,
Αντί να ακούτε τους κακούς συμβούλους σας (είμαι πεπεισμένος, πια, για την ποιότητά τους), κοιτάξτε για λίγο τι διδάσκονται οι μαθητές στα κράτη που ενδιαφέρονται να είναι στην αιχμή της εξέλιξης, πάψτε να επιλέγετε οι εκάστοτε υπουργοί τους συγγραφείς των σχολικών εγχειριδίων με κριτήριο την κομματική τους ταυτότητα, ρωτήστε για τις ανάγκες και τις εξελίξεις της εποχής, συζητήστε σοβαρά (και όχι για το θεαθήναι) με τους αρμόδιους επιστημονικούς φορείς και πάψτε να επιβραβεύετε την ήσσονα προσπάθεια."
Η επιβράβευση της ήσσονος προσπάθειας αποτελεί και το πραγματικό ζήτημα, αλλά προτού καταλήξουμε σε αυτό ας δούμε και τις αντιδράσεις των επίσημων φορέων.
Η Ένωση Ελλήνων Φυσικών έβγαλε μία βαρύγδουπη ανακοίνωση, η οποία κατέληγε στα εξής:
"H ΕΕΦ επίσης καλεί όσους συναδέλφους ενδιαφέρονται να καταθέσουν τις προτάσεις τους σε δημόσια διαβούλευση σε εκδήλωση που θα πραγματοποιηθεί στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων σε ημερομηνία που θα ανακοινωθεί σύντομα. Η ΕΕΦ επίσης θα διοργανώσει κοινή συνέντευξη τύπου με όσα Τμήματα Φυσικής των ελληνικών Πανεπιστημίων συμφωνούν με σκοπό την ενημέρωση της κοινής γνώμης για την ύλη και το βάθος αυτής που πρέπει να διδάσκεται στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση."
Το βάθος των εξαγγελιών της ΕΕΦ είναι πραγματικά αμέτρητο μιά και έγιναν για το θεαθήναι, όμως εμείς θα σταθούμε στις δηλώσεις της ΕΕΦ που προηγήθηκαν:
"Η Ένωση Ελλήνων Φυσικών εισηγείται τη διατήρηση του εύρους της διδακτέας ύλης της Φυσικής του Λυκείου αλλά τη σημαντική μείωση του επιπέδου δυσκολίας της διδασκαλίας της. Η οριοθέτηση του επιθυμητού επιπέδου διδασκαλίας μπορεί να υλοποιηθεί με χρήση τράπεζας ενδεικτικών θεμάτων.
Σας καλούμε να ελέγξετε το βαθμό στο οποίο η άποψη αυτή είναι η επικρατούσα άποψη διεθνώς.
Σας καλούμε να μελετήσετε τα syllabus Φυσικής του International Baccalaureate Diploma και του G.C.E. και το επίπεδο της δυσκολίας των θεμάτων με τα οποία εξετάζεται η Φυσική στο εκπαιδευτικό μας σύστημα και στα δύο (2) προαναφερθέντα προγράμματα..."
Με άλλα λόγια, η ΕΕΦ υποκρίνεται πως διαφωνεί με την πρόθεση του υπουργείου, τη στιγμή που την εισηγείται με άλλα λόγια, ζητώντας το μάθημα να έχει έναν καθαρά εγκυκλοπαιδικό χαρακτήρα με σημαντική μείωση του επιπέδου δυσκολίας.
Ακόμα και η σύγκριση με τα προγράμματα του ΙΒ είναι ιδιαίτερα ατυχής, καθώς το ΙΒ σε όλα τα μαθήματα προσφέρει το ανώτερο που μπορεί να διδαχθεί ένας μαθητής εφηβικής ηλικίας, ώστε όταν εισαχθεί στο πανεπιστήμιο να μπορεί άνετα να ανταπεξέλθει στις απαιτήσεις της πανεπιστημιακής ύλης. Επιπλέον, η ύλη του ΙΒ εξετάζεται με τη δέουσα αυστηρότητα, αν εξαιρέσουμε φυσικά την Ελλάδα όπου κάποιοι κατάφεραν να διαφθείρουν και αυτό το θεσμό.
Αντίστοιχες κοινοτυπίες με την Ένωση Ελλήνων Φυσικών εξέδωσε και η Ένωση Ελλήνων Χημικών, από τη μεριά των οποίων η Μαργαρίτα Κουσαθάνα, μέλος του ΠΑΜΕ, έδωσε το στίγμα της Αριστεράς στο θέμα. Μετά από μία αναδρομή σε αυτό που όλοι γνωρίζουν, ότι δηλαδή οι μαθητές δε μαθαίνουν στο σχολείο όσα θα έπρεπε να μαθαίνουν, καταλήγει:
"Απάντηση στο μορφωτικό μεσαίωνα είναι η οργάνωση της ανυπακοής σε κάθε σχολείο, σε κάθε σχολική αίθουσα, σε κάθε μάθημα, για τη διεκδίκηση του σχολείου των σύγχρονων λαϊκών αναγκών, στην κοινωνία που θα καταργήσει την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Διότι μόνο αυτή η κοινωνία κατοχυρώνει την επιστημονικότητα της γνώσης, δεν απαξιώνει τον άνθρωπο και θεωρεί τη μόρφωσή του δικαίωμα."
Το ερώτημα είναι πως η απάντηση στην όποια κατάσταση θα είναι οι καταλήψεις και ο μαθητικός συνδικαλισμός, τη στιγμή που οι
λαϊκές ανάγκες αντιστοιχούν σε άρτο και θεάματα και όχι στον κόπο και την προσπάθεια που απαιτεί η μόρφωση, καθώς αυτά αποτελούν ατομική υπόθεση του κάθε μαθητή και όχι προϊόν συλλογικής διεκδίκησης. Οι αντικρουόμενες φωνασκίες της Αριστεράς και οι τσιρίδες του ΠΑΜΕ για το ότι
«με τη μείωση της ύλης στα θετικά μαθήματα προάγεται η αμορφωσιά για τα παιδιά του λαού» δείχνουν το πόσο πρόθυμη είναι η Αριστερά στο να υιοθετήσει συνθήματα χωρίς πραγματικό αντίκρυσμα, με μόνο γνώμονα την προσέλκυση νέων οπαδών χαμηλού επιπέδου (γιατί μόνο άτομα χαμηλού επιπέδου μπορούν να πιστέψουν αυτά τα συνθήματα).
Κι αυτό γιατί η ίδια η Αριστερά μέχρι τώρα απαιτούσε την απαξίωση των προγραμμάτων σπουδών σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, με βασικό της σύνθημα
"την αντίσταση στην εντατικοποίηση των σπουδών". Η Αριστερά ήταν αυτή που χειροκρότησε τη σημερινή κατάσταση, όπου η σχολική επιτυχία πλησιάζει το 100% και είναι άσχετη με τις πραγματικές επιδόσεις των μαθητών. Η Αριστερά ήταν αυτή που απαιτούσε να προάγονται όλοι ανεξαιρέτως οι μαθητές, με το επιχείρημα ότι όλοι οι μαθητές πρέπει να έχουν απολυτήριο αλλά και πτυχίο πανεπιστημίου.
Η Αριστερά λοιπόν ήταν αυτή που διεκδίκησε, και πέτυχε, την αναντιστοιχία τίτλων σπουδών και πραγματικών γνώσεων. Τα δε μέλη της ΕΕΦ, της ΕΕΧ και κάθε άλλης παρόμοιας ένωσης ήταν αυτά που φρόντισαν ώστε να μη μένει κανείς μαθητής. Και η κατάσταση είναι χειρότερη στα βασικά μαθήματα, στα οποία τα ποσοστά πραγματικής αποτυχίας είναι δυσθεώρητα αλλά κανείς μαθηματικός ή φιλόλογος δεν τολμά να αφήσει μαθητή για να μη γίνει στόχος των κάθε φύσεως συνδικαλιστών.
Αν όμως οι μαθητές δεν παρέμεναν αμόρφωτοι, και αν κάποιοι δε χάιδευαν τα αυτιά των διαφόρων 15μελών, ούτε η Αριστερά ούτε οι φοιτητικές παρατάξεις τύπου ΔΑΠ και ΠΑΣΠ θα είχαν οπαδούς.
Οι ιθύνοντες του υπουργείου, υπό την πίεση της πραγματικότητας, βρέθηκαν μπροστά σε ένα δίλλημα προκειμένου να μετριασθεί η κατάσταση: Είτε να μειωθεί δραστικά η ύλη, ώστε να μην υπάρχει πρόβλημα στο να προαχθεί ακόμα και ο τελευταίος μαθητής, είτε να υπάρξει μία στοιχειώδης σοβαρότητα στη βαθμολόγηση των μαθητών, καθώς ο διασυρμός του εκπαιδευτικού συστήματος της χώρας είχε αρχίσει να ξεπερνά τα στενά γεωγραφικά όρια της Ελλάδας. Επιλέχθηκε η λύση με το μικρότερο πολιτικό κόστος, δηλαδή η δραστική μείωση της ύλης, καθώς
η πάγια απαίτηση του εκπαιδευτικού κατεστημένου ήταν το μάθημα να προσαρμόζεται στις ανάγκες του χειρότερου μαθητή. Μπροστά στον κίνδυνο να χάσει πιθανούς οπαδούς, η Αριστερά έπαιξε το χαρτί της αντίδρασης, χωρίς όμως να αναφερθεί στην πιθανότητα του δεύτερου σεναρίου, δηλαδή στο να εφαρμοστεί μία πραγματική κλίμακα βαθμολόγησης που δε θα ξεκινά από το 10.