Διαβάζοντας κατά καιρούς τις διαμαρτυρίες των εχόντων σοβαρές αναπηρίες που επιθυμούν να διοριστούν στην εκπαίδευση, δε μπορεί κανείς παρά να κάνει κάποιες σκέψεις.
Η πρώτη είναι ότι το κράτος απαιτεί από τους εκπαιδευτικούς πιστοποιητικά υγειονομικών επιτροπών που να πιστοποιούν την καλή τους υγεία προκειμένου να διοριστούν, είτε ως μόνιμοι είτε ως αναπληρωτές. Εάν η αναπηρία άνω του 67% αποτελεί προσόν για διορισμό, τότε τι εξυπηρετεί η ταλαιπωρία αυτή για την έκδοση πιστοποιητικού υγείας; Και τι σημαίνει για όσους έχουν προβλήματα υγείας αλλά η αναπηρία τους δεν φτάνει το 67%;
Η δεύτερη είναι τι θα κάνουν άνθρωποι με σοβαρές αναπηρίες στην εκπαίδευση, τη στιγμή που τα σχολεία αποτελούν πλέον πρόκληση και αιτία σοβαρής καταπόνησης ακόμα και για τους υγιείς εκπαιδευτικούς. Θα μπορούσε για παράδειγμα κάποιος με σκλήρυνση κατά πλάκας να ανταπεξέλθει στις συνθήκες ενός μέσου σχολείου, για να μην πούμε και ΕΠΑΛ; Εάν το κράτος θέλει να βοηθήσει τους ανθρώπους με σοβαρές αναπηρίες (και σίγουρα πρέπει να τους βοηθήσει) δεν θα έπρεπε να βρει έναν καταλληλότερο τρόπο;
Το αμέσως επόμενο ερώτημα είναι τι βρίσκεται πίσω από τον "Πανελλήνιο Σύλλογο Αδιόριστων Εκπαιδευτικών με Σοβαρές Αναπηρίες Άνω 67%", του οποίου πρόεδρος είναι ο Αθανάσιος Μπίτης, ο οποίος τυχαίνει να είναι και πρόεδρος του συλλόγου αναπληρωτών της Σιβιτανιδείου και να έχει διατελέσει και υποδιευθυντής ιδιωτικού σχολείου (σύμφωνα με φήμες ταυτόχρονα με την απασχόλησή του στη Σιβιτανίδειο). Οπότε το αμείλικτο ερώτημα είναι εάν αυτές οι κινήσεις έχουν κάποια αντιστοιχία με τις αναπηρικές συντάξεις, που κάποιοι τις επωφελούνται με μεγάλη ευκολία αλλά κάποιοι άλλοι με πραγματικά σοβαρά προβλήματα δεν τις παίρνουν με τίποτα.
Και θα προσθέσουμε ότι είναι περίεργο να είναι κάποιος πρόεδρος διαφορετικών συλλόγων με αιτήματα που μπορεί να είναι και αλληλοεπικαλυπτόμενα, αλλά και αντικρουόμενα.
Πολύ περίεργες οι συμπτώσεις αυτές!